«Φιλοκτήτης» του Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Σίσσυς Παπαθανασίου

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟ-ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ

«Φιλοκτήτης» του Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Σίσσυς Παπαθανασίου

Στο «ELAIώNAS Festival 2016» παρακολουθήσαμε την performance «Φιλοκτήτης». Από τα πλέον εμπνευσμένα κείμενα, που συστεγάζονται στην «Τέταρτη Διάσταση» του Γιάννη Ρίτσου, ο «Φιλοκτήτης» (1965) αποτελεί έναν ιδιότυπο μονόλογο δίκην ενδοσκόπησης του κεντρικού δρώντος – ομιλούντος προσώπου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο «Φιλοκτήτης» του Ρίτσου προτείνει μια νέα όσο και αναγκαία συνθήκη κατα-γραφής ιδεολογικού λόγου με άξονα τη διακειμενικότητα. Πράγματι, αν και τα στοιχεία του κειμένου αποδίδουν ένα πενιχρό διακειμενικό περιβάλλον διατηρώντας την ερμητική τάση των σχετικών σημειακών συστημάτων, δια του τίτλου ενδεχομένως και μόνον αναγνωρίζεται η διάθεση του συγγραφέα να προσεγγίσει μετα-θεατρικά τον Σοφοκλή και μια από τις κορυφαίες τραγωδίες του.

Ωστόσο, ο Ρίτσος δεν προτίθεται και δεν φιλοδοξεί να γράψει μια καινούργια τραγωδία με θέμα τον αναξιοπαθούντα και προδομένο από τους συντρόφους του Αχαιούς, ήρωα. Ο μύθος του Φιλοκτήτη «περιγράφει» το μέγεθος της ανηλεούς ασπλαχνίας των συντρόφων του ήρωα που εγκαταλείπεται πληγωμένος σε έναν έρημο κακοτράχαλο τόπο, μέσα στην ταραχή και την αταραξία του πουθενά. Το καράβι για την Τροία άνοιξε πανιά και εξαφανίστηκε στον ορίζοντα αφήνοντας τον έξοχο Φιλοκτήτη, παραδομένο στον τραγικό λαβύρινθο της αδιάλειπτης μοναξιάς του. Ο σωματικός πόνος, η ψυχική εξαθλίωση, ο ανείπωτος θυμός δεν ισοφαρίζουν το γεγονός ότι μόνο αυτός είναι ο κάτοχος και ο επιδέξιος χειριστής των όπλων του Ηρακλή. Σε εκείνον τα είχε εμπιστευθεί ο φίλος του πριν πεθάνει. Περιγραμματικά, εάν ο Ρίτσος τοποθετούσε τον ήρωα του Σοφοκλή σε πλαίσιο δομικής διευθέτησης, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε μετα-θεατρικό υπόβαθρο της πλοκής. Έτσι, το διακείμενο θα δέσποζε ως κατ’ εξοχήν σχολιασμός και διερμηνεία της σοφόκλειας τραγωδίας, στο εστιακό της πεδίο εφαρμογής της θεωρίας του διακειμένου.

 

Εντούτοις, ολόκληρος ο μονόλογος του Γιάννη Ρίτσου, εκκινώντας από το κέντρο, με βασικό στοιχείο τον Φιλοκτήτη, που δεν κατονομάζεται στο κείμενο του ποιητή, αποτελεί εσωτερικό σχόλιο με ιδιαίτερη σημασία: Από την αρχή μέχρι το τέλος, συμπεριλαμβανομένων των αρκετά μεγάλων σε έκταση σκηνικών οδηγιών, το κείμενο αξιολογεί σχολιαστικά και ερμηνεύει συγκινησιακά κορυφαία και άκρως αναγνωρίσιμα περιστατικά που αφορούν στο γενικό και στο πλέον συγκεκριμένο περιβάλλον της εκστρατείας των Ελλήνων στην Τροία, αλλά και στις ιδιαίτερες φάσεις και στις χαρακτηριστικές στιγμές όπως τις περιγράφει στο τρίτο πρόσωπο το μονολογούν δρων. Εξάλλου, ο αναγνώστης/θεατής/ακροατής υποψιάζεται ότι πρόκειται για τον Νεοπτόλεμο, τον νεαρό πολεμιστή της Τροίας, τον γιο του Αχιλλέα. Στον μονόλογο του Ρίτσου, ο Νεοπτόλεμος συναντά τον τραγικό Φιλοκτήτη ερχόμενος από το πεδίο της μάχης. Μοναδική αποστολή του νεαρού πολεμιστή είναι να πείσει τον Φιλοκτήτη να γυρίσει μαζί του στην Τροία με τα όπλα του Ηρακλή. Ο χρησμός είναι σαφής: με αυτά τα όπλα θα αλωθεί το Ίλιον και όλη η Γη των Τρώων.

Στο εξεχόντως ποιητικό κείμενο του Γιάννη Ρίτσου, ο Νεοπτόλεμος ξετυλίγει το κουβάρι της σχολιαστικής και ερμηνευτικής κουβέντας, αποφεύγοντας με «διπλωματία» ειλικρίνειας και με τέχνη άδολη την κολακεία και τα ανούσια και άτοπα επιχειρήματα. Ακολουθεί το ύφος της ψυχικής εμπλοκής στα ύπουλα πλοκάμια της αποστολής χωρίς όμως να «κοροϊδεύει» τον συνομιλητή του, ο οποίος ακούει μόνο όλα όσα ο γιος του Αχιλλέα θίγει. Με σεβασμό και προσοχή, ο Νεοπτόλεμος αναφέρει σημαντικές στιγμές των πολεμιστών και της ζωής τους πριν και μετά τη μάχη. Μια καθημερινότητα που δεν αυτοθαυμάζεται, που δεν θαυμάζει τίποτα, στην ουσία. Ο λόγος του ομιλούντος είναι σαφής και καθαρός από υστερόβουλες σκέψεις, καθώς λαμβάνει υπ’ όψιν του τη σοφία του βωβού δρώντος απέναντί του καθώς και την πικρή εμπειρία της προδοσίας, τόσο ως αφηρημένης έννοιας όσο και προσωπικού βιώματος που ακόμα πονάει.

 

Στον ειδικά διαμορφωμένο από τη Σίσσυ Παπαθανασίου εκθεσιακό χώρο του Πολιτιστικού Κέντρου «Μελίνα» (δεξιά και αριστερά θέσεις θεατών και στο κέντρο η σκηνή-διάδρομος) είδαμε το work-in-progress «Φιλοκτήτης». Η Σίσσυ Παπαθανασίουέστησε ένα στατικό σκηνικό δρώμενο του οποίου η εν δυνάμει περαιτέρω εξέλιξη προμηνύει ενδιαφέρον. Η σκηνοθεσία αξιοποιεί το λυρικό στοιχείο της ποίησης τουΓιάννη Ρίτσου «απλώνοντας» τον λόγο μέσα από τη θεαματικότητα που αναδίδει ο αφηγηματικός τρόπος του μονολόγου. Εκκινώντας από τη χρήση του μικροφώνου έως τις προβολές φράσεων του κειμένου, που υπογραμμίζουν το μήνυμα του «αθέατου» λόγου, η κυρία Παπαθανασίου δημιουργεί ρυθμικές «ανάσες» και διανθίζει ευρηματικά τη ροή των λέξεων και της σιωπής με χαρακτηριστικό παράδειγμα την διακριτική παρουσία ενός δεύτερου ηθοποιού: Η Βέφη Ρέδη υποδηλώνει τη θηλυκή παρουσία-απουσία ενώ το Βαλκανικό μοιρολόι που τραγουδά, σημειώνει μαζί με το κόκκινο χρώμα του φορέματός της, την έκφραση της οδύνης και του ανοιχτού τραύματος. Ο Ένκε Φεζολλάρι εκφωνεί με υπευθυνότητα τον ποιητικό λόγο και υποστηρίζει επί σκηνής το κεντρικό δρων (Νεοπτόλεμος) τόσο στη ρύμη του λόγου του όσο και στις επικλήσεις στο βουβό δρων. Την performance «ντύνει» ευθύβολα η πρωτότυπη μουσική του Geert Vermeire ενώ τους φωτισμούς και τα κοστούμια υπογράφει η Ζωή Μολυβδά Φαμέλη.

Ο «Φιλοκτήτης» θα παρουσιαστεί στις 3 Ιουλίου στο Φεστιβάλ Βόλου, στις 21 Ιουλίου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών και το χειμώνα σε κεντρική αθηναϊκή σκηνή.
 

* Ο Νεκτάριος – Γεώργιος Κωνσταντινίδης είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, κριτικός και μεταφραστής θεάτρου